Ο Δράκος με την σειρά του είναι επίσης ένα παγκόσμιο αρχετυπικό
σύμβολο.
Οι δράκοι είναι οι χθόνιοι φύλακες των πυλών της εσωτερικής γνώσης
ενάντια στους οποίους οφείλουν να πολεμήσουν οι ήρωες.
Ο αγώνας με το δράκοντα συμβολίζει τις δυσκολίες που υπάρχουν για
να κερδίσει κάποιος τους καρπούς της «εσωτερικής γνώσης».
Το σκότωμα του δράκοντα είναι η σύγκρουση ανάμεσα στο φως και στο
σκοτάδι.
Είναι η τελική νίκη του ανθρώπου ο οποίος πολεμά και υπερνικά τη
δική του σκοτεινή φύση, επιτυγχάνοντας αυτογνωσία που τον απελευθερώνει από το
πολύ περιορισμένο κέντρο του «εγώ», και την κατάκτηση της
υπερσυνειδησιακής εκείνης κατάστασης που του επιτρέπει να βιώσει την «ενότητα των
πάντων».
Ο Ηρακλής τέλος συμβολίζει τον αρχετυπικό αλλά μη τελειοποιημένο άνθρωπο που
παίρνει στα χέρια του την κατώτερη φύση και την υποβάλλει πρόθυμα σε πειθαρχία,
κάτι που θα προκαλέσει τελικά την ανάδυση της Θεϊκής του φύσης.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο ήρωας υποβάλλεται σε μερικές συμβολικές δοκιμασίες, η
ενδέκατη των οποίων είναι τα χρυσά μήλα των εσπερίδων.
Πρέπει να τιθασεύσει τον κατώτερο εαυτό του, να τον πειθαρχήσει
και να τον ξεπεράσει, ευθυγραμμίζοντάς τον με το «Εγώ», και να
επιστρέψει στην κατοικία του πατέρα του Δία, με τη πολύτιμη συνδρομή της θεάς
της σοφίας, Αθηνάς।
Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν πως οι (12 όσοι και τα ζώδια) άθλοι
του Ηρακλή σχετίζονται επίσης με το Ζωδιακό.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Bailey:
«σε κάθε ζώδιο εκφράζει τα
χαρακτηριστικά του και σε κάθε ζώδιο αποκτά και μια νέα γνώση του εαυτού του
και δια της γνώσης αυτής καταδεικνύει τη δύναμη του ζωδίου κι αποκτά τα δώρα
που δίνει το ζώδιο (…) καταδεικνύει το γεγονός ότι τα ζώδια επηρεάζουν αλλά δεν
ελέγχουν».
Στην συνέχεια θα αναδειχθούν οι ομοιότητες όπως επίσης και οι
διαφορές του κήπου των Εσπερίδων, με τον αντίστοιχο κήπο της Εδέμ των
πρωτόπλαστων της Παλαιάς διαθήκης.
Η αναφορά στον κήπο της Εδέμ, θα είναι σύντομη καθώς είναι περισσότερο ή
λιγότερο γνωστή στους περισσότερους (τουλάχιστον σε σχέση με την Αρχαιοελληνική
του κήπου των Εσπερίδων).
Στον κήπο της Εδέμ ο Θεός δημιουργεί την φύση, τον Αδάμ και την Εύα, όπου
ζούσαν σε κατάσταση ευδαιμονίας και μακαριότητας.
Ο Θεός τους προειδοποιεί πως απαγορεύεται να φάνε τον καρπό του
δέντρου της γνώσης, διότι εάν το κάνουν αυτό θα πεθάνουν.
(Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί πως στην αφήγηση της Παλαιάς Διαθήκης
δεν γίνεται πουθενά λόγος για μήλο αλλά μόνο για δέντρο της γνώσης του καλού
και του κακού) .
Αντίθετα η φωνή της γης ο Όφις, τους είπε πως εάν έτρωγαν από τον καρπό του
δέντρου της γνώσεως, θα τους «άνοιγαν τα μάτια» και θα γίνονταν σαν
τον Θεό...
Η συνέχεια γνωστή η Εύα απλώνει το χέρι τρώει τον καρπό
προσφέρει και στον Αδάμ, και τότε «διανοίχθησαν οι οφθαλμοί των δυο και έγνωσαν ότι
γυμνοί ήσαν και έραψαν φύλλα συκής και εποίησαν αυτοίς περιζώματα»
(Γεν. γ’ )
Όταν έγινε αυτό ο Θεός τους έντυσε με δερμάτινους χιτώνες,
τους έδιωξε από τον Παράδεισο και όρισε τα Χερουβείμ να φυλάνε το δέντρο.
Οι ομοιότητες του κήπου των Εσπερίδων με τον αντίστοιχο κήπο της Εδέμ είναι
προφανείς.
Και στις δυο αναφορές γίνεται λόγος για ένα κήπο μακαριότητας.
Στον κήπο της Εδέμ, έχουμε το Δέντρο της γνώσεως του καλού
και του κακού, και το φίδι το οποίο εκπροσωπεί τον πειρασμό και το κακό.
Στον ενδέκατο άθλο του Ηρακλή υπάρχει επίσης ο Θεϊκός κήπος,
με τα χρυσά μήλα και ο δράκος Λάδων που φυλάει τα μήλα..
Στην περίπτωση όμως του κήπου της Εδέμ το δέντρο βρισκόταν εκεί που κατοικούσαν
οι πρωτόπλαστοι, στο μέσο του Παραδείσου, ενώ στην περίπτωση του
αρχαιοελληνικού μύθου ο ήρωας χρειάστηκε να περάσει πολλές δοκιμασίες ώσπου να
βρει τελικά τον τόπο όπου φύτρωναν τα μήλα.
Και στις δύο αναφορές οι καρποί είναι θεϊκής προέλευσης, και
η γνώση είναι κλεμμένη από τον Θεό.
Αυτό σημαίνει πως αυτή δεν μπορεί να είναι έργο του
ανθρώπου, διότι σε οποιαδήποτε έργο του ανθρώπου η γνώση προϋποτίθεται.
Στη Γένεση ο καρπός δημιουργήθηκε από το Θεό και βρίσκονταν στο μέσο του Κήπου
που εκείνος έφτιαξε, στην αρχαία ελληνική ιστορία τα χρυσά μήλα δόθηκαν από τη
Θεά Γαία ως δώρο σε γάμους Θεών।
Τέλος και στις δύο αναφορές με τον ένα ή τον άλλο
τρόπο, οι καρποί παρέμειναν εκεί όπου βρίσκονταν।
Στην ιστορία της παλαιάς Διαθήκης ο καρπός του δέντρου της
ζωής έμεινε στον Παράδεισο με φύλακες τα Χερουβείμ και στον αρχαιοελληνικό
επιστράφηκαν στον κήπο των Εσπερίδων από τη Θεά Αθηνά.
Ταυτόχρονα όμως ανάμεσα στην Αρχαιοελληνική και στην
Ιουδαϊκή μυθικοθρησκευτική αντίληψη υπάρχει μεγάλη διαφορά όσο αφορά το
κοσμοϊστορικό γεγονός την προσέγγισης της γνώσεως.
Στην Παλαιά διαθήκη, η γνώση συνιστά έκθεση του ανθρώπου
στον κόσμο.
Μέσα τον οποίο ο άνθρωπος εκτίθεται και νοιώθει γυμνός και
ξένος, είναι δηλαδή «διάφορος του κόσμου».
Στην αρχαία Ελλάδα η γνώση συνιστά θέση του ανθρώπου στον κόσμο.
Ο άνθρωπος εντίθεται και νοιώθει οικείος, δηλαδή όμοιος του
κόσμου.
Στην περίπτωση της Παλαιάς διαθήκης επειδή ο άνθρωπος
ντρέπεται τον ντύνει ο Θεός.
Στην αρχαίο Ελληνική παράδοση, ο άνθρωπος ντύνεται μόνος του
επειδή κρυώνει.
Στην βίβλο η γνώση συνιστά γεγονός καθοριστικό του ανθρώπου
ως ανθρώπου.
Εδώ ο άνθρωπος δεν είναι απλώς ένα νοήμων ζώο, όπως στην
Ελληνική αντίληψη.
Η γνώση βγάζει το άνθρωπο από τον παράδεισο και τον εκθέτη στην
Γη.
Άρα η γνώση συνιστά την εγκόσμια μοίρα του ανθρώπου, το
πεπρωμένο του.
Είναι ένα όν που όχι μόνο βαίνει στην γη αλλά την
υπερβαίνει, λόγω του ότι η «αρχή» του βρίσκεται αλλού.
Συνεπώς ζει την ζωή του ως έκπτωτος.
Αντίθετα η γνώση της Ελληνικής μυθολογίας βγάζει τον άνθρωπο από τα σπήλαια και
τον θέτει στην πόλη.
Άρα πρόκειται περί του όντως που από «φύση»
γίνεται ιστορία.
Θα πρέπει όμως σε αυτό το σημείο να αναφέρω, πως σύμφωνα
επίσης και με την μετέπειτα αρχαιοελληνική μεταφυσική άποψη (βλέπε
Πυθαγόρειους, Ορφισμό, Πλάτωνα κ.λ.π) ο άνθρωπος έχει υπερκόσμια αρχή :
« Της Γης παιδί είμαι και του έναστρου Ουρανού.
Το
γένος μου είναι βεβαίως ουράνιο».
Αυτή η θέση εκφράστηκε κυρίως με τον Ορφισμό στον Ελληνικό
κόσμο, εισάγοντας το στοιχείο του μυστικισμού και του δυϊσμού ψυχής-σώματος,
του πνεύματος και ύλη.
Επιστρέφοντας στην διαφορές της Αρχαιοελληνικής και της
Ιουδαϊκής παράδοσης, μυστικισμού και του Πριν τους Ορφικούς, και σύμφωνα με την
Ομηρική άποψη, η ψυχή ήταν μια σκιά που εγκατέλειπε τον νεκρό τη στιγμή του
θανάτου για να οδηγηθεί στο Βασίλειο του Άδη.
Οι Ορφικοί υποστήριζαν ότι η ψυχή είναι αυτό που υποκινεί
τον άνθρωπο, η αρχή όλων, ενώ το σώμα η φυλακή της ψυχής, κάτι που πέρασε και
στον Χριστιανισμό.
Πίστευαν ότι η ψυχή είναι θεϊκή και ενσαρκώνεται στην
Ελληνική αντίληψη την ενοχή της γνώσεως την παίρνει επάνω του ο Προμηθέας, ενώ
ο άνθρωπος χρησιμοποιεί την γνώση προς όφελος του.
Ο Προμηθεικός άνθρωπος είναι αυτός που αναπτύσσει τις «τέχνες»
ώστε να καταστήσει πιο άνετη την διαβίωση του.
Για αυτό υπάρχει και παραλληλία ανάμεσα στον Προμηθέα και
στον Ηρακλή.
Ο Προμηθέας χρησιμοποιεί την δύναμη του μυαλού του για να
παράγει έργο.
Για την ίδια παραγωγή έργου ο Ηρακλής χρησιμοποιεί την μυϊκή
του δύναμη.
Η αμαρτία στην Παλαιά διαθήκη μαρτυρεί την απομάκρυνση από τα μέτρα και τις
εντολές του Θεού.
Αντίθετα στην αρχαίο Ελληνική κοσμοαντίληψη η ύβρις
συντελείται όταν υπάρχει εκούσια απομάκρυνση από τα μέτρα του ανθρώπου.
Όταν δηλ. ο άνθρωπος αποπειραθεί την υπέρβαση των ορίων της
θνητότητας του.
Η αμαρτία προκύπτει από την θεοκεντρική αντίληψη.
Η ύβρις προκύπτει από την ανθρωποκεντρική αντίληψη.
Ωστόσο οι δύο έννοιες δεν είναι άσχετες μεταξύ τους εφόσον αφορούν αμφότερες
τόσο τον Θεό όσο και τον άνθρωπο.
Στην Θεοκεντρική αντίληψη η σχέση είναι αμαρτωλού-
αναμάρτητου.
Στην ανθρωποκεντρική είναι θνητού – αθανάτου.
Η σχέση αυτή είναι εφικτή εφόσον μόνο ο άνθρωπος μπορεί να
σκέπτεται διαθέτει αυτογνωσία και δρα ως Θεός.
Η γνώση της θνητότητας αφενός οριοθετεί τον άνθρωπο, και αφετέρου ξεχωρίζει τον
άνθρωπο από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο οριοθετώντας όλες τις άλλες.
Είναι η συνειδητοποίηση του πεπερασμένου σε σχέση με το
άπειρο, του Θεϊκού με το ανθρώπινο, άρα σηματοδοτεί τον πνευματικό άνθρωπο και
τις μεταφυσικές του ανησυχίες.
Με την γνώση αυτή ο άνθρωπος αποκτά εκείνη την πνευματική δύναμη η οποία
υπερβαίνει κάθε άλλη φυσική δύναμη, για αυτό και στο τέλος αυτός ο αδύναμος και
ο γυμνός υποτάσσει τις φυσικές δυνάμεις όσο ισχυρές και εάν είναι.
Αυτή του η ικανότητα του γεννά την ικανότητα να γίνει Θεός.
Ο άνθρωπος όμως είναι υπαρξιακά πεπερασμένος σε σχέση με την
αιωνιότητα από την οποία προήλθε για αυτό τον λόγο καθίσταται εν τέλη θύμα και
τιμωρείται.
Με την γνώση ο άνθρωπος τον καθίσταται ικανός να έχει αντίληψη του χρόνου και
κυρίως της θνητότητας του.
Σε αυτή την γνώση υποκρύπτεται το οντολογικό πρόβλημα της
ανώτερης ανθρώπινης φύσης που αφυπνίζεται από την ζωώδη κατάσταση των
ενστίκτων, σε ένα αυτόνομο όν που δημιουργεί με την γνωσιολογική του ικανότητα
την ιστορία και τον πολιτισμό. (3)
Ο κάθε άνθρωπος επαναλαμβάνει ξεχωριστά τις πρώτες στιγμές
της ζωής του την ίδια αγωνία με αυτή της ανθρωπότητας στα πρώτα της βήματα...
Αυτό γίνεται κάθε φορά που ο κάθε ένας από εμάς
την στιγμή της γέννησης του έρχεται σε ύπαρξη, ξένος γυμνός και απροστάτευτος,
κλαίγοντας λόγω της απώλειας της μακαριότητας και της ευδαιμονίας της μητρικής
μήτρας .
Το «να
υπάρχεις» αποτελεί το ύψιστο θαύμα, μία μοναδική ευκαιρία παρόλες τις
δυσκολίες της επιβίωσης.
Δημιουργεί όμως ταυτόχρονα την συνθήκη του αναπόφευκτου και
του τέλους της ζωής.
Η ύπαρξη γεννάει την χαρά και η χαρά την αγωνία.
Όπως αναφέρει ο Καζαντζάκης:
«Eυτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η προσπάθεια να
δημιουργήσουμε, να συνθέσουμε, να κάμουμε την ύλη ζωή' κάθε στιγμή
γεννιούμαστε.
Γι'
αυτό πολλοί διαλάλησαν:
Σκοπός
της εφήμερης ζωής είναι η αθανασία.
....Υπάρχει νίκη;
Υπάρχει
νικημός;
Το
σώμα μας θα σαπίσει, θα ξαναγυρίσει στο χώμα, μα Εκείνος που μια στιγμή το
διαπέρασε τι θα γίνει;
....Το βαθύ, ανθρώπινο χρέος μας είναι όχι να
ξεδιαλύνουμε και να φωτίσουμε το ρυθμό της πορείας του Θεού, παρά να
προσαρμόσουμε, όσο μπορούμε, μαζί του το ρυθμό της μικρής, λιγόχρονης ζωής μας.
Ένας βώλος λάσπης είναι η ανθρωπότητα, τέτοιος
βώλος λάσπη είναι ο καθένας μας.
Ποιο
είναι το χρέος μας;
Να
μαχόμαστε ν' ανθίσει ένα μικρό λουλούδι απάνω στο λίπασμα τούτο της σάρκας και
του νου μας..».
Σημειώσεις
1. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα οι πρώτοι άνθρωποι ήταν όντα που είχαν σχήμα
σφαιρικό, ενώ διακρίνονταν σε τρία γένη το αρσενικό, το θηλυκό και το μεικτό.
Αργότερα ο Δίας επειδή εξοργίστηκε από την αλαζονεία τους και
φοβήθηκε τη δύναμή τους, τα χώρισε στα δύο, δημιουργώντας τα δύο γνωστά μας
φύλα, αρσενικό και θηλυκό.
२. Ο αποσυμβολισμός που περιγράφω είναι δικής μου επινόησης
βάση της προσωπικής μου οπτικής και αντίληψης.
३.Τα μήλα των Εσπερίδων,
Μαλεβίτσης Χρήστος .