Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014





 

” Η λακωνικότερη ιστορία του κόσμου είναι η ιστορία των δειλών” 

             Μενέλαος Λουντέμης

 

Αν το καλοσκεφθούμε η αναβλητικότητα είναι ίσως συνώνυμο της τεμπελιάς, ίσως ακόμη καλύτερα, πηγάζει απ’ την φυγοπονία. 

Ο Δάντης σίγουρα κάτι τέτοιο είχε στο μυαλό του όταν όριζε την οκνηρία ως θανάσιμο αμάρτημα.

Έχετε αναλογιστεί ποτέ, πόσες μέρες πήγαν χαμένες, πόσες ευκαιρίες χάθηκαν, πόση ευτυχία αφήσαμε να γλιστρήσει από τα χέρια μας, επειδή δεν πήραμε μια μεγάλη απόφαση, επειδή πιστέψαμε πως υπήρχε αρκετός χρόνος και αύριο, επειδή δειλιάσαμε να κάνουμε εκείνο το βήμα, εκείνη την κίνηση που έπρεπε – όταν έπρεπε;

Η οκνηρία σε αντίθεση με τα άλλα θανάσιμα αμαρτήματα, τα οποία σχετίζονται με την υπερβολή και την έλλειψη ελέγχου, έχει να κάνει με την υπερβολική στασιμότητα, με την έλλειψη κινήτρων, μέσα μας ή έξω μας.

Τι μας κάνει όμως να μένουμε αδρανείς;

Τι είναι αυτό που μας κάνει να θέλουμε ν’αποφύγουμε πράξεις, έργα, κατ’ επέκταση κάθε είδους εξέλιξη και διαφορετικότητα;

Ένας άνθρωπος φυγόπονος, δειλός, αναβλητικός είναι συνήθως ένας άνθρωπος φοβισμένος.

Το να μην αρπάζουμε μια ευκαιρίας ζωής, είτε αυτή είναι επαγγελματικής φύσεως, είτε συναισθηματικής, έχει να κάνει με το φόβο που έχει ριζώσει μέσα μας ή καλύτερα με τον φόβο που εμείς επιτρέψαμε να ριζώσει μέσα μας.

Αυτός ο φόβος, είναι συνήθως φόβος παρελθόντος, πληγωμένο κομμάτι του εγωισμού μας, αποτέλεσμα περασμένης αποτυχίας μας, η οποία μας αποθαρρύνει να οδηγήσουμε τον εαυτό μας σε καινούργιες χαρές και εμπειρίες.

Έτσι προβάλλουμε στο παρόν μας φόβους, λάθη και αποτυχίες του παρελθόντος μας.

Αναβάλλουμε κάθε εξέλιξη, τσιγκουνευόμαστε όλα αυτά που νιώθουμε και δίνουμε, αποφεύγοντας τελικά, την ουσιαστική συσχέτιση και τον έντονο συναισθηματικό εμπλεγμό σε οτιδήποτε κάνουμε, με φόβο πως αν πράξουμε διαφορετικά, αν δώσουμε και δοθούμε θα πληγωθούμε ξανά, θα στερέψουμε ξανά, θα βρεθούμε στο τίποτα ξανά.

Αυτό όμως είναι φαύλος κύκλος.

Αποφεύγοντας να αναλάβουμε δράση, αποφεύγοντας την ζωή δηλαδή, για να γλιτώσουμε από ενδεχόμενο πόνο και επαναλαμβανόμενο λάθος, απογοητευόμαστε έτσι και αλλιώς από την άνοστη, βαρετή, δίχως εκπλήξεις ζωή που ζούμε.

Ένας δειλός είναι ανίκανος να δείξει και να νιώσει αγάπη.

Αυτό είναι προνόμιο των γενναίων.

Η αναβλητικότητα μας δεν πηγάζει όμως μόνο από φόβους ξαναειδωμένους. 

Υπάρχουν και οι φόβοι δειλίας του άγνωστου πόνου.

Προτιμούμε να μένουμε άπραγοι, ζώντας σε ένα αποστειρωμένο κόσμο, αποστειρώνοντας ο,τι νιώθουμε, γεμίζοντας τα κενά της ζωής μας, με δήθεν ενδιαφέροντα, καταπιέζοντας τα πραγματικά θέλω μας, την πραγματική επιθυμία μας, που ναι ίσως να έχει ένα ρίσκο μέσα της, αλλά μας φέρνει πιο κοντά στην ευτυχία μας.

Μεγαλύτερο όμως είναι το ρίσκο όταν συνεχώς αναβάλλουμε μια επιθυμία, ένα σχέδιο ψυχής.

Κάθε καθυστέρηση του, το φέρνει πιο κοντά στην καταστροφή.

Γιατί το να γνωρίζουμε πιο είναι το σωστό για εμάς και να μην το κάνουμε είναι η μεγαλύτερη δειλία.

Πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει χώρος για δειλία, αναβολές και καθυστερήσεις στη ζωή μας.

Όχι γιατί έτσι απλώς ζούμε μισά, αλλά γιατί έτσι δεν ζούμε καν.

Μια ευκαιρία ζωής μας έχει δοθεί και πρέπει να την αδράξουμε.

Είμαστε πολύ πιο δυνατοί απ’ όσο νομίζουμε.

Δεν έχει νόημα να “κλειστούμε” σε μια ζωή δίχως ρίσκα.

Δεν αποφεύγουμε τα απρόοπτα και τον πόνο έτσι.

Αποφεύγουμε να ζήσουμε.

Οφείλουμε να ζούμε την κάθε μέρα μας σαν να είναι η τελευταία, να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους που έχουμε στη ζωή μας με αυτό τον τρόπο.

Έτσι τίποτα δε θα έχουμε ως δεδομένο στη ζωή μας.

Τα πάντα θα εκτιμώνται την στιγμή που υπάρχουν και τα ζούμε. 

Δε θα αφήνουμε τίποτα για αύριο.

Οι ευκαιρίες και οι στιγμές είναι μοναδικές.

Οι αναβολές και οι δισταγμοί τις καταστρέφουν.

Μια φορά ζούμε, δεν υπάρχει τρόπος να υπάρξουμε δύο φορές.

Και μάλλον δε θα υπάρξουμε ξανά ποτέ.

Και εσύ που δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις την χαρά.

Και η ζωή πάει χαμένη με τις αναβολές και ο καθένας πεθαίνει απασχολημένος.

 

Επίκουρος


https://sxeseiszois.wordpress.com/tag/%CE%B4%CE%B5%CE%B9%CE%BB%CE%AF%CE%B1/



 


Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014




Διδακτική παραβολή για το πως την πατήσαμε! ( Εσύ τι έκανες στην θέση τους?)

 

 

Μια μέρα εμφανίστηκε σε ένα χωριό ένας άνδρας με γραβάτα.

 

Ανέβηκε σε ένα παγκάκι και φώναξε σε όλο τον τοπικό πληθυσμό ότι θα αγόραζε όλα τα γαϊδούρια που θα του πήγαιναν, έναντι 100 ευρώ και μάλιστα μετρητά. 

 

Οι ντόπιοι το βρήκαν λίγο περίεργο, αλλά η τιμή ήταν πολύ καλή και όσοι προχώρησαν στην πώληση γύρισαν σπίτι με το...
τσαντάκι γεμάτο και το χαμόγελο στα χείλη.

 

Ο άνδρας με τη γραβάτα επέστρεψε την επόμενη μέρα και πρόσφερε 150 ευρώ για κάθε απούλητο γάιδαρο, κι έτσι οι περισσότεροι κάτοικοι πούλησαν τα ζώα τους.

 

Τις επόμενες ημέρες προσέφερε 300 ευρώ για όσα ελάχιστα ζώα ήταν ακόμα απούλητα με αποτέλεσμα και οι τελευταίοι αμετανόητοι να πουλήσουν τα γαϊδούρια τους.


Μετά συνειδητοποίησε ότι στο χωριό δεν έμεινε πια ούτε ένας γάιδαρος και ανακοίνωσε σε όλους ότι θα επέστρεφε μετά από μια εβδομάδα για να αγοράσει οποιοδήποτε γάιδαρο έβρισκε έναντι … 500 ευρώ!!

 

Και αποχώρησε.


Την επόμενη μέρα ανέθεσε στον συνέταιρό του το κοπάδι των γαϊδάρων που είχε αγοράσει και τον έστειλε στο ίδιο χωριό με εντολή να τα πουλήσει όλα στην τιμή των 400 ευρώ το ένα.


Οι κάτοικοι βλέποντας την δυνατότητα να κερδίσουν 100 ευρώ την επόμενη εβδομάδα, αγόρασαν ξανά τα ζώα τους 4 φορές πιο ακριβά από ότι τα είχανε πουλήσει, και για να το κάνουν αυτό, αναγκάστηκαν να ζητήσουν δάνειο από την τοπική τράπεζα.


Όπως φαντάζεστε, μετά την συναλλαγή οι δύο επιχειρηματίες έφυγαν διακοπές σε έναν φορολογικό παράδεισο της Καραϊβικής, ενώ οι κάτοικοι του χωριού βρέθηκαν υπερχρεωμένοι, απογοητευμένοι, και με τα γαϊδούρια στην κατοχή τους που δεν άξιζαν πλέον τίποτα.


Φυσικά οι αγρότες προσπάθησαν να πουλήσουν τα ζώα για να καλύψουν τα χρέη.

 

Μάταια.

 

Η αξία τους είχε πατώσει.

Η τράπεζα λοιπόν κατάσχεσε τα γαϊδούρια και εν συνεχεία τα νοίκιασε στους πρώην ιδιοκτήτες τους.


Ο τραπεζίτης όμως πήγε στον δήμαρχο του χωριού και του εξήγησε ότι εάν δεν ανακτούσε τα κεφάλαια που είχε δανείσει θα κατέρρεε και αυτός, και κατά συνέπεια θα ζητούσε αμέσως το κλείσιμο της ανοικτής πίστωσης που είχε με τον δήμο.


Πανικόβλητος ο δήμαρχος και για να αποφύγει την καταστροφή, αντί να δώσει λεφτά στους κατοίκους του χωριού για να καλύψουν τα χρέη τους, έδωσε λεφτά στον τραπεζίτη, ο οποίος παρεμπιπτόντως … ήταν κουμπάρος του δημοτικού συμβούλου…


Δυστυχώς όμως ο τραπεζίτης αφού ανέκτησε το κεφάλαιό του, δεν έσβησε το χρέος των κατοίκων, και ούτε το χρέος του δήμου, ο οποίος φυσικά βρέθηκε ένα βήμα πριν την πτώχευση.


Βλέποντας τα χρέη να πολλαπλασιάζονται και στριμωγμένος από τα επιτόκια, ο δήμαρχος ζήτησε βοήθεια από τους γειτονικούς δήμους.

 

Αυτοί όμως του έδωσαν αρνητική απάντηση, γιατί όπως του είπαν είχαν υποστεί την ίδια ζημιά με τους δικούς τους γαιδάρους!!...


Ο τραπεζίτης τότε έδωσε στον δήμαρχο την «ανιδιοτελή» συμβουλή / οδηγία να μειώσει τα έξοδα του δήμου:

 

λιγότερα λεφτά για τα σχολεία, για το νοσοκομείο του χωριού, για την δημοτική αστυνομία, κατάργηση των κοινωνικών προγραμμάτων, της έρευνας, μείωση της χρηματοδότησης για καινούρια έργα υποδομών…

 

Αυξήθηκε η ηλικία συνταξιοδότησης, απολύθηκαν οι περισσότεροι υπάλληλοι του δημαρχείου, έπεσαν οι μισθοί και αυξήθηκαν οι φόροι.


Ήταν έλεγε αναπόφευκτο, αλλά υποσχόταν με αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές «να βάλει τάξη στη λειτουργία του δημοσίου, να βάλει τέλος στις σπατάλες» και να … ηθικοποιήσει το εμπόριο των γαϊδάρων.


Η ιστορία άρχισε να γίνεται ενδιαφέρουσα όταν μαθεύτηκε πως οι δυο επιχειρηματίες και ο τραπεζίτης είναι ξαδέρφια και μένουν μαζί σε ένα νησί κοντά στις Μπαχάμες, το οποίο και αγόρασαν … με τον ιδρώτα τους.

 

Ονομάζονται οικογένεια Χρηματοπιστωτικών Αγορών, και με μεγάλη γενναιότητα προσφέρθηκαν να χρηματοδοτήσουν την εκλογική εκστρατεία των δημάρχων των χωριών της περιοχής.


Σε κάθε περίπτωση η ιστορία δεν έχει τελειώσει γιατί κανείς δεν γνωρίζει τι έκαναν μετά οι αγρότες.

 

Εσύ τι θα έκανες στην θέση τους?

 

Τι θα κάνεις εσύ?

...ERGATODIKEOMATA

Πραγματικά αν υπάρχει κάποιος που δεν θεωρεί οτι κάπως έτσι έφτασε η χώρα μας να πατώσει θέλω να το γράψει στα σχόλια πιο κάτω,για να δούμε αν έχουμε επίγνωση των ευθυνών μας   στο τι πραγματικά κάναμε όλοι μας και μέσα απο ποιες αυταπάτες βάλαμε τα { χεράκια μας και βγάλαμε τα ματάκια μας...}!!!
 
 
 
 
 
 
 


Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014




Ο Αριστοτέλης και η έννοια της επιθυμίας


 

Γράφει ο Θανάσης Μπαντές
 

Για τον Αριστοτέλη η θέσπιση ορίων στην περιουσία είναι ζήτημα τόσο σημαντικό που αποτελεί στοιχειώδη προϋπόθεση για τη συνοχή της πόλης.

Η αμετροέπεια του πλούτου δεν είναι τίποτε άλλο από τη συνθήκη που σταδιακά θα επιφέρει το διαχωρισμό των πολιτών σε πολύ πλούσιους και πολύ φτωχούς με τις μοιραίες συνεπαγόμενες δονήσεις και στο σύστημα της διοίκησης.

Γιατί οι πολύ πλούσιοι θα αποκτήσουν την έπαρση της χρηματικής τους παντοδυναμίας, ενώ οι φτωχοί θα ταλαντεύονται ανάμεσα στη δουλικότητα και το έγκλημα, εκφράζοντας πρωτίστως τη δυσαρέσκειά τους.

Και τα δύο ενδεχόμενα της συμπεριφοράς των φτωχών (δουλικότητα – έγκλημα) δεν είναι παρά η αρχή της κατάλυσης της δημοκρατίας, αφού το πρώτο θα οδηγήσει μια μεγάλη μερίδα των πολιτών στην υποτέλεια, ενώ το δεύτερο θα φέρει αναταραχές που μπορεί να εξελιχθούν σε βιαιοπραγίες κι επαναστάσεις:

«Ότι λοιπόν η εξίσωση της περιουσίας ασκεί κάποια επίδραση πάνω στην πολιτική κοινωνία, αυτό φαίνεται ότι κάποιοι από τους παλιούς το έχουν διαγνώσει, όπως ο Σόλων που θέσπισε σχετικό νόμο, αλλά και άλλοι έχουν νομοθεσία που απαγορεύει να αποκτά κανείς όση γη θέλει». (σελ. 397).

Εξάλλου και ο Πλάτωνας στους «Νόμους» έκανε αναφορά στο ζήτημα της περιουσίας και της αύξησής της τονίζοντας ότι δεν πρέπει να ξεπερνιούνται κάποια όρια στο περιουσιακό εύρος των πολιτών:

«Νόμιζε βεβαίως ο Πλάτωνας, όταν έγραφε τους Νόμους, ότι έπρεπε να αφήσει ως ένα σημείο τα πράγματα ελεύθερα (ενν. όσον αφορά την αύξηση της περιουσίας), όμως σε κανέναν πολίτη δεν έπρεπε να επιτρέπεται να αποκτήσει περιουσία μεγαλύτερη από το πενταπλάσιο της μικρότερης, όπως ήδη ελέχθη». (σελ. 395).

Το ζητούμενο για τον Αριστοτέλη όμως δεν είναι τόσο η απόλυτη ισότητα στην περιουσία, όσο η εξασφάλιση της μεσότητας σ’ αυτή:

«Είναι βεβαίως δυνατόν να υπάρχει ισότητα περιουσίας, αλλά αυτή να είναι είτε πολύ μεγάλη, ώστε ο κάτοχός της να ζει μια ζωή τρυφηλή, είτε να είναι πολύ μικρή, ώστε ο κάτοχός της να ζει φτωχικά». (σελ. 397).

Το ζήτημα της περιουσίας παίρνει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις, αφού παρουσιάζεται ως βασικό κίνητρο της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Η μεγάλη περιουσία θα οδηγήσει στην τρυφηλότητα, ενώ η μικρή στη δυστυχία της φτώχειας.

Στόχος είναι πάντα η μεσότητα που θα εξασφαλίζει την ευτυχία μέσω της επάρκειας των αγαθών, αλλά θα εξουδετερώνει και τις δυσάρεστες παρενέργειες της αδράνειας και της αδιαφορίας που θα επιφέρει η τρυφηλότητα:

«Είναι λοιπόν φανερό ότι δεν είναι αρκετό να εξισώνει ο νομοθέτης τις περιουσίες, αλλά πρέπει να σκεφτεί πώς θα πετύχει το μέσο μέγεθος». (σελ. 397).

Όμως το ζήτημα είναι καταδικασμένο να πάει ακόμη πιο βαθιά:

«Ακόμη όμως, και αν καθόριζε κανείς μια μέσου μεγέθους περιουσία για τον καθένα, αυτό δε θα ωφελούσε σε τίποτε.

Πρέπει δηλαδή να επιδιώκει κανείς περισσότερο την εξίσωση των επιθυμιών παρά των περιουσιών». (σελ. 397 – 399).

Η επισήμανση του ζητήματος της διαμόρφωσης της ανθρώπινης επιθυμίας δεν είναι παρά η αποσαφήνιση του βαθύτερου στόχου της παιδείας.

Γιατί η παιδεία δεν είναι τίποτε άλλο παρά το σύνολο των αρχών που διέπουν την προσωπικότητα κατευθύνοντας τη συμπεριφορά της.

Ορίζοντας ως συμπεριφορά το σύνολο των ενεργειών του ανθρώπου που καθρεφτίζουν τη διαγωγή του, δεν μπορούμε παρά να φτάσουμε στην επιθυμία, ως έσχατο διαμορφωτικό παράγοντα, αφού αυτή είναι η πηγή όλων των πράξεων.

Η επιθυμία είναι η τοποθέτηση του ατόμου απέναντι στον κόσμο ή, για να το πούμε αλλιώς, η οριοθέτηση της ατομικότητας απέναντι σε όλα τα κοινωνικά ερεθίσματα.

Από τη στιγμή που η επιθυμία προϋποθέτει την επιλογή και τη συνείδηση των προτεραιοτήτων από τη μονάδα, είναι αδύνατο να αποσπαστεί από τις προκλήσεις των επιθυμιών του συνόλου, που προβάλλονται ως συλλογικά πρότυπα.

Το άτομο θα διαμορφώσει τις επιθυμίες του είτε υιοθετώντας τα συλλογικά πρότυπα, είτε απορρίπτοντάς τα.

Ποτέ όμως αυτόνομα.

Από τη στιγμή που γίνεται κατανοητό ότι η επιθυμία είναι μέγεθος κοινωνικά διαμορφώσιμο και ταυτόχρονα καθοριστικό στην ανάπτυξη της προσωπικότητας, δηλαδή της συμπεριφοράς, δεν έχουμε παρά να στρέψουμε την παιδεία προς όλα εκείνα που θεωρούμε σωστά, διαμορφώνοντας σωστούς πολίτες.

Παρακολουθώντας την ομοιομορφία – στα όρια της ταύτισης – των επιθυμιών του σύγχρονου ανθρώπου θα λέγαμε ότι η εξομοίωση της επιθυμίας φτάνει στα όρια της ισοπέδωσης.

Η τηλεοπτική προπαγάνδα, η διαφήμιση, η ευτελής διασκέδαση, η αναζήτηση της ευτυχίας μέσω της κατανάλωσης, η υποβάθμιση των ανθρωπίνων σχέσεων, ακόμη και η ταύτιση των σεξουαλικών προτιμήσεων αποδεικνύουν ότι ο άνθρωπος είναι σε τέτοιο βαθμό ευάλωτος μπροστά στον κυρίαρχο μηχανισμό διάπλασης των επιθυμιών, που δε θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι όποιος είναι σε θέση να τον ελέγχει είναι και ο ρυθμιστής της πορείας της κοινωνίας προς όποιο δρόμο επιθυμεί.

Η αναγνώριση του επίπλαστου της ανθρώπινης επιθυμίας είναι η συνείδηση της δυνατότητας για κυριαρχία.

Η παραδοχή ότι η πλειοψηφία διαμορφώνει τις επιθυμίες της με βάση το κοινωνικά επικρατές είναι η επισφράγιση του ανελεύθερου.

Τελικά ο άνθρωπος είναι πρωτίστως ον που μιμείται.

Ο Αριστοτέλης, αντιλαμβανόμενος αυτή την αλήθεια, δεν έχει άλλη επιλογή από το να προτείνει την ορθή παιδεία που θα μετατοπίζει το ενδιαφέρον από τον πλούτο και τα αξιώματα τοποθετώντας άλλα πρότυπα ως βασικές προοπτικές καταξίωσης:

«Αλλά πρέπει κανείς να λέει ποια είναι (ενν. ορθή) παιδεία.

Το να είναι μία και ίδια για όλους δεν ωφελεί σε τίποτε.

Διότι είναι δυνατόν να είναι μία και ίδια για όλους, αλλά να είναι τέτοια, ώστε να προέρχονται απ’ αυτήν άνθρωποι που να προτιμούν την υπεροχή στα χρήματα ή στα αξιώματα ή και στα δύο». (σελ. 399).

Η παιδεία λοιπόν πρέπει να δράσει προς την κατεύθυνση της έμπνευσης ενός κοινωνικού οράματος.

Να δημιουργήσει δηλαδή νέες αξίες διαμορφώνοντας και τις αντίστοιχες φιλοδοξίες.

Η συνείδηση ότι ο πλούτος είναι το εργαλείο για την καλή ζωή κι όχι αυτοσκοπός είναι το έναυσμα προς την αναζήτηση του νέου στόχου.

Γιατί η επιθυμία των αγαθών που δε χρειαζόμαστε είναι μια στρεβλή επιθυμία:

«Εάν δηλαδή επιθυμούν περισσότερα από όσα πραγματικά έχουν ανάγκη, θα αδικήσουν, για να ικανοποιήσουν αυτές τις επιθυμίες τους.

Όμως δεν αδικούν μόνον εξαιτίας των επιθυμιών τους, αλλά ακόμη και όταν δεν έχουν κάποιες επιθυμίες, προκειμένου να απολαύσουν ηδονές που δε συνοδεύονται από λύπη».  (σελ. 399).

Όμως, προκειμένου να επιτευχθεί ο επαναπροσδιορισμός της ανθρώπινης επιθυμίας, η έννοια της παιδείας αποδεικνύεται ανεπαρκής μέσα στα κλειστά όρια της τυπικής εκπαίδευσης.

Χρειάζεται κάτι βαθύτερο, κάτι πιο ουσιαστικό, που ο Αριστοτέλης ονομάζει εθισμό:

«Και βεβαίως αυτός που πρόκειται να εισαγάγει ένα σύστημα παιδείας και που νομίζει ότι μ’ αυτό (ενν. και μόνο) θα καταστεί η πόλη σπουδαία είναι παράλογο να πιστεύει ότι με τέτοια μέσα θα βελτιώσει τα πράγματα και όχι με τον εθισμό, τη φιλοσοφία και τους νόμους……». (σελ. 373).

Με δυο λόγια, η διαμόρφωση της προσωπικότητας, μέσω της διαμόρφωσης των επιθυμιών, είναι θέμα παιδείας όχι μόνο με την αμιγώς εκπαιδευτική μορφή, αλλά με την ευρύτερη κοινωνική έννοια.

Γιατί το μεγάλο σχολείο είναι η ίδια η κοινωνία και τα πρότυπα που αναπαράγει.

Γιατί ο μεγάλος παιδαγωγός είναι ο νομοθέτης.

Σε μια πολιτεία ανομίας και πολιτικής ατιμωρησίας το σχολείο είναι καταδικασμένο.

Το να ζητάμε από το σχολείο να μεταδώσει αρχές και να το κατηγορούμε για την πιθανή αποτυχία του τη στιγμή που η αναξιοκρατία, η κομματοκρατία και η πολιτική διαφθορά είναι το κυρίαρχο μοντέλο διαμόρφωσης των κοινωνικών ισορροπιών, δεν είναι μόνο παράλογο, είναι – πρωτίστως – βαθύτατα υποκριτικό.

Ο εθισμός, με την έννοια της συνήθειας που διαμορφώνει την προσωπικότητα, έχει τη βάση του μέσα στις κοινωνικές δομές που οφείλουν να διέπονται από δικαιοσύνη.

Κι αυτό είναι θέμα πολιτικό.

Ο νομοθέτης, ο εκφραστής του νόμου, ο πολιτικός, ο πνευματικός άνθρωπος (φιλόσοφος) είναι που συνδιαμορφώνουν (μαζί με το σχολείο) τα πρότυπα που θα αναπαραχθούν από τις επόμενες γενιές.

Το σχολείο από μόνο του είναι απολύτως ανίσχυρο.

Όμως, η διαμόρφωση των κοινωνικών προτύπων δεν είναι παρά τα ιδανικά που θα καθορίσουν την κοινωνία.

Η θεοποίηση του χρήματος και η μετατροπή της πολιτικής σκηνής σε αρένα προσωπικών επιδιώξεων είναι η υλοποίηση της επιθυμίας που ταυτίζεται με την προσωπική επιβολή.

Είναι δηλαδή ο κακώς εννοούμενος εγωισμός που παίρνει διαστάσεις ιδεολογίας.

Κι εδώ ακριβώς η έννοια της επιθυμίας παίρνει τη δυναμική του ανίκητου.

Γιατί η επιβολή του εγώ είναι η εκμηδένιση του άλλου.

Και η ανικανοποίητη επιθυμία αυτού του είδους γίνεται δυστυχία:

«Αλλά οι άνθρωποι δε διαπράττουν αδικήματα μόνον ένεκα των αναγκών της ζωής, για τα οποία ο Φαλέας νομίζει ότι είναι φάρμακο η ισότητα της περιουσίας, ώστε να μην κλέβουν, επειδή κρυώνουν ή πεινούν, αλλά (ενν. αδικούν) και για τις απολαύσεις τους και για να μην έχουν πλέον ανικανοποίητες επιθυμίες». (σελ. 399).

Και ο Αριστοτέλης συμπληρώνει:

«Διότι οι άνθρωποι διαπράττουν τα μεγαλύτερα αδικήματα εξαιτίας υπερβολικών επιθυμιών και όχι για την ικανοποίηση βασικών αναγκών (π. χ. δε γίνονται τύραννοι για να αποφύγουν το ψύχος.

Γι’ αυτό και αποδίδονται μεγάλες τιμές σ’ εκείνον που θα σκοτώσει έναν τύραννο και όχι έναν κλέφτη)». (σελ. 401).

Η επιθυμία, ως σημείο οριοθέτησης του εαυτού, είναι καταδικασμένη στο ατέρμονο.

Αλίμονο στον άνθρωπο που δεν έχει επιθυμίες.

Δεν έχει στόχο για να αγωνιστεί.

Δεν έχει νόημα ύπαρξης.

Υπό αυτή την έννοια η επιθυμία δεν έχει άλλη επιλογή απ’ το να συνδεθεί με το συναίσθημα.

Αυτό που ονομάζουμε ευφορία, ψυχική ολοκλήρωση κλπ, δεν είναι παρά ο αέναος αγώνας της εκπλήρωσης των επιθυμιών.

Η αυτοεκτίμηση δεν είναι παρά η ψυχική ισορροπία ανάμεσα στις επιτυχίες και τις αποτυχίες, που πάνω απ’ όλα σηματοδοτεί την αποδοχή του εαυτού.
 
(Κι αυτή είναι η βάση της ευτυχίας).


Το γεγονός ότι ο καθένας ορίζει διαφορετικά την επιτυχία ή την αποτυχία δεν αλλάζει (στο ελάχιστο) τη λογική της διαρκούς πάλης ανάμεσα στο εκπληρωμένο και το ανεκπλήρωτο.

Γιατί εδώ ακριβώς βρίσκεται η βάση της συναισθηματικής ολοκλήρωσης.

Γι’ αυτό οι επιθυμίες οφείλουν να παραμείνουν ανεξάντλητες.

Γιατί όποιος ξεμείνει από επιθυμίες, ξεμένει από όνειρα.

Και τα όνειρα είναι που τρέφουν τη ζωή.

(Αυτή είναι και η γοητεία του ανεκπλήρωτου, που διαρκώς ανατροφοδοτεί την επιθυμία για δράση).

Η επιθυμία, ως δεκανίκι της ύπαρξης, δεν έχει άλλη επιλογή απ’ το να λειτουργήσει εγωιστικά.

Γιατί το εγώ τρέφεται με επιθυμίες.

Ακόμη και η πιο ανιδιοτελής επιθυμία ή πράξη γίνεται καθαρά για λόγους ιδιοτέλειας.

Ακόμη και ο ηρωισμός και η θυσία και η αυταπάρνηση κρύβουν το εγωιστικό κίνητρο της συναισθηματικής πληρότητας, που επιτυγχάνεται από την άρνηση του εαυτού.

Ο γονιός που θυσιάζεται για το παιδί του δεν είναι ανιδιοτελής.

Προστατεύει τον εαυτό του μπροστά στο ανυπόφορο της ζωής που τον περιμένει.

Θα ήταν παράλογο να αρνηθεί ο άνθρωπος τον εγωισμό του.

Το ζήτημα είναι που θα τον στρέψει.

Κι αυτό είναι που απασχολεί τον Αριστοτέλη.

Γιατί ο Αριστοτέλης δε βάζει φραγμούς στον εγωισμό που θα στραφεί στις φιλοσοφικές αναζητήσεις.

Ούτε στον εγωισμό που θα παλέψει για την κοινωνική δικαιοσύνη.

Ο Αριστοτέλης αντιμάχεται τη στείρα έκφανση του εγωισμού που στρέφεται ενάντια στην κοινωνική συνοχή.

Δηλαδή στο εγώ που θέλει να τσαλαπατήσει τους άλλους ανθρώπους.

Γι’ αυτό η ιδιοκτησία πρέπει να έχει όρια.

Γι’ αυτό πρέπει όλοι να διαπαιδαγωγηθούν σωστά ώστε να απαλλαγούν από τη στειρότητα της αντίληψης που εκλαμβάνει τις θέσεις εξουσίας ως μέσο επιβολής.

Γιατί έτσι ο εγωισμός στρέφεται ενάντια στη συλλογικότητα.

Κι αυτός είναι ο ορισμός της κατώτερης επιθυμίας:

«Εξάλλου οι κατώτερες επιθυμίες των ανθρώπων είναι ακόρεστες.

Στην αρχή οι δύο οβολοί ήταν αρκετοί, όταν όμως αυτό γίνει συνήθεια, απαιτούν όλο και περισσότερα, μέχρι να ξεπεράσουν κάθε όριο.

Διότι η φύση της επιθυμίας δε γνωρίζει όρια, και η ικανοποίηση αυτής της απεριόριστης επιθυμίας είναι για τους πολλούς σκοπός ζωής». (σελ. 403 – 405).

Αριστοτέλης: «Πολιτικά», τόμος 1ος, μετάφραση Δημήτρης Παπαδής, εκδόσεις ΖΗΤΡΟΣ, Θεσσαλονίκη 2006.


http://eranistis.net/wordpress/2014/11/13/%ce%bf-%ce%b1%cf%81%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%bf%cf%84%ce%ad%ce%bb%ce%b7%cf%82-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%b7-%ce%ad%ce%bd%ce%bd%ce%bf%ce%b9%ce%b1-%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%b5%cf%80%ce%b9%ce%b8%cf%85%ce%bc%ce%af/